17 Σεπτεμβρίου 2020
Ο υπόλευκος, με τις έντονες γκρι φλέβες, θησαυρός της Προκοννήσου, το μάρμαρο, δικαίως παίρνει τον τίτλο της απόλυτης σφραγίδας της νήσου. Ήδη πάνω από δύομιση χιλιετίες βαστά η λατόμευση του προκοννησιακού μαρμάρου και είναι πράγματι εντυπωσιακό πως ένα νησί περιφέρειας περίπου 60 ναυτικών μιλίων δίνει τον ανεξάντλητο, όπως φαίνεται, πυρήνα του στα πέρατα της οικουμένης μέχρι σήμερα.
Η Προκόννησος ή νήσος Μαρμαράς, όπως επικράτησε να λέγεται από τους Ιταλούς θαλασσοπόρους και χαρτογράφους από τους μεσαιωνικούς χρόνους κι έπειτα, αποτελεί κέντρο λατόμευσης και εξαγωγής μαρμάρου με το οποίο ντύθηκαν πολλά από τα σπουδαία αρχιτεκτονήματα των πόλεων της Μικράς Ασίας, της Κωνσταντινούπολης, της Ελλάδας και της Ιταλίας αλλά και γενικότερα της λεκάνης της Μεσογείου και στις μέρες μας εξάγεται σε ολόκληρη την Ευρώπη, σε λιμάνια της Αμερικής, της Ασίας και της Ιαπωνίας. Σαρκοφάγοι, κίονες και κιονόκρανα, αγάλματα, πλήθος διακοσμήσεις, πλακάκια, δάπεδα, προσόψεις, μαρμαρόπετρες και μαρμαρόσκονη που χρησιμοποιείται ακόμα και σε καλλυντικά είναι κάποια από τα αντικείμενα που γεννήθηκαν από το ξεχωριστό προκοννησιακό μάρμαρο.
Το μάρμαρο εντοπίζεται κατά μήκος της βόρειας πλευράς της Προκοννήσου όπου βρίσκει κανείς ένα από τα αρχαιότερα πολίσματα της νήσου, τα Παλάτια (σημ. όν. Saraylar). Πίσω από τα Παλάτια βρίσκονται ακόμη σημάδια από τα λατομεία της ελληνιστικής, της ρωμαϊκής και της βυζαντινής περιόδου, παρά τους εξωφρενικούς ρυθμούς αναστάτωσης της γης που προκαλούν τα σύγχρονα λατομεία. Στη μέση περίπου της βόρειας πλευράς της νήσου ο έτερος οικισμός που μάλλον σχετιζόταν και αυτός με την λατόμευση μαρμάρου, το Καμιαντό, εγκαταλείφθηκε περί τον 18ο αιώνα και δεν γνωρίζουμε τίποτα για αυτόν. Η λατόμευση μαρμάρου όμως από τα τέλη του 19ου αιώνα και κυρίως κατά τον 20ό αιώνα έχει εξαπλωθεί δυτικότερα των Παλατίων καλύπτοντας σχεδόν όλη την βόρεια πλευρά με αποδοτικότερη σε μάρμαρο την περιοχή του φυσικού λιμανιού Πεταλάς (σημ. όν. Bedalan Limanı) στα βορειοδυτικά.
Ο Πεταλάς ήταν ανέκαθεν γνωστός στους ναυτικούς ως ασφαλές φυσικό αγκυροβόλιο κατά τις ξαφνικές, θρασύτατες και συχνά μοιραίες τρικυμίες της Προποντίδας. Τριγύρω άλλωστε από τον Πεταλά και τον βράχο στη δυτική του είσοδο που είναι γνωστός ως «του Πάλη η πέτρα» η ενάλια αρχαιολογία έχει εντοπίσει πλήθος αρχαίων, βυζαντινών και οθωμανικών ναυαγίων που καταδεικνύουν την Προκόννησο ως σημαντικό θαλάσσιο εμπορικό κόμβο.
Προορισμός της σημερινής περιήγησης λοιπόν τα λατομεία του Πεταλά. Φύγαμε από το χωριό Γαλλιμή (σημ. όν. Çınarlı) παίρνοντας τον δρόμο που περνά πίσω της και οδηγεί από την δυτική πλευρά προς τον βορρά και τον Πεταλά. Εκεί δραστηριοποιήθηκε, ίσως η πρώτη οργανωμένη και ξένη εταιρεία λατόμευσης και μεταφοράς μαρμάρου του Πεταλά, η βρετανικών συμφερόντων εταιρεία Walton Gooddy & Cripps Ltd, που λειτούργησε ως το 1922.
Την τελευταία εικοσαετία η περιοχή του Πεταλά έχει αλλάξει δραματικά από πετυχημένες και αποτυχημένες προσπάθειες εντοπισμού καλής φλέβας μαρμάρου. Κάθε χρόνο τα μονοπάτια στο βουνό που οδηγούν μέσα από την κοιλάδα του Καμιαντού στα Παλάτια αλλάζουν κι ο περιηγητής συχνά χάνει τον δρόμο του. Πλησιάζοντας στα λατομεία συναντάς μεγάλα κομμάτια μαρμάρου τα οποία σε καθοδηγούν (ως ταμπέλες σημειωμένες με κόκκινη και μπλε μπογιά) προς τα λατομεία των διαφόρων εταιρειών και συνεταιρισμών που εδρεύουν στη νήσο.
Ύστερα από ένα ξέφωτο φτάνεις σε έναν εξωπραγματικό κόσμο. Το βουνό πίσω από τον κόλπο του Πεταλά μοιάζει με τεράστιο κρατήρα απ’ όπου βλέπεις μέχρι μέσα βαθιά στη γη τοιχώματα από προκοννήσιο μαρμάρο που λατομεύεται μεθοδικά και αλόγιστα. Το χρώμα που επικρατεί στο λατομείο είναι το κοκκινωπό των σωθικών της γης και το λευκό του μαρμάρου που αντανακλά τον ήλιο σαν διαυγής καθρέφτης. Σαστισμένος ο περιηγητής από τους απόκοσμους ήχους των μηχανημάτων που ανοίγουν την γη, εκείνων που κόβουν τους τεράστιους λίθους του ενός τόνου, των άλλων που κόβουν τους λίθους σε πλακάκια ή τους σπάνε σε πέτρες ή σε σκόνη, ρίχνει μια ματιά γύρω στο τοπίο. Εκατοντάδες λίθινοι όγκοι στιβαγμένοι παντού γύρω από το λατομείο και η μαρμάρινη ομίχλη που ντύνει τον αέρα και το έδαφος σε παχιά στρώματα δημιουργούν ένα σχεδόν σεληνιακό τοπίο. Από κάτω η θάλασσα ασπρίζει κι αυτή από τον καρπό της προκοννήσιας γης που κατακάθεται στον βυθό και λάμπει γαλαζωπή προκαλώντας σε να βουτήξεις.
Διασχίσαμε τον τεράστιο αυτό κρατήρα, που από ψηλά κάνει τους εργάτες να μοιάζουν με μυρμήγκια που κινούνται μέσα του, προς τα ανατολικά αφού χάσαμε τον δρόμο μας τρεις φορές. Φτάσαμε στο ανατολικότερο λατομείο του Πεταλά εκεί που κλείνει ο κόλπος σε μια παραλία απόκρημνη κάποτε και προσβάσιμη σήμερα μετά από τόσες δεκαετίες λατόμευσης. Η μία της πλευρά είναι κατάλευκη από την μαρμαρόσκονη που παράγει εκεί μια εταιρεία. Η άλλη της πλευρά είναι βραχώδης και πρέπει να χρησίμευσε για χρόνους πολλούς σαν σκάλα για πλοία που έδεναν για να παραλάβουν το μάρμαρο.
Κι εκεί πάνω στα βράχια, μέσα στη λευκότητα που αντανακλάται αδιάκοπα στα μάτια αυτή την ηλιόλουστη μέρα, σαν οφλθαλμαπάτη καταμεσής μιας όασης εμφανίζονται γράμματα και αριθμοί. Πλησιάζεις και να κι άλλες λέξεις κι άλλοι αριθμοί και πιο πέρα ακόμα περισσότερα. Εδώ και αιώνες τα βράχια αυτά -όπου βρίσκεται πανάρχαιο πηγάδι και δύο μεγάλες μαρμάρινες γούρνες κάποιων αιώνων- μαρτυρούν την παρουσία είτε ναυτικών που έφταναν εδώ για να μεταφέρουν το μάρμαρο είτε ναυαγών που τους ξέβρασε η αγριεμένη Προποντίδα είτε κατάκοπων εργατών των λατομείων. Έγραφαν το όνομά τους και την χρονολογία που βρέθηκαν εδώ, έγραφαν μια προσευχή για να πάνε όλα καλά. Δεκάδες τέτοιες επιγραφές κυρίως στα ελληνικά και λιγότερες στα οθωμανικά είναι ένα κόσμημα του Πεταλά που έφερε εδώ τόσους ανθρώπους που άφησαν παρακαταθήκη το αποτύπωμά τους με το νύχι.
Ο περιηγητής που θα φτάσει εδώ να σταθεί μια στιγμή για να νιώσει την καρδιά της νήσου να πάλλεται, ν’ ασπρίζει την θάλασσα και τον ουρανό, πριν βουτήξει στα δροσερά νερά την φαντασία και τις αγωνίες του για να τις ξεπλύνει.