Αύγουστος 2021

Ματσούκα (Maçka)

Ξεκινήσαμε για την Αργυρούπολη διασχίζοντας την περιοχή της Ματσούκας. Η διαδρομή μέσα από την στενή κοιλάδα της Ματσούκας που την διασχίζει ο Δαφνοπόταμος (Değirmendere), όπου και το χιλιοτραγουδισμένο πέτρινο γεφύρι της Τρίχας, σε βάζει αμέσως στο μικροκλίμα της ευρύτερης περιοχής της Τραπεζούντας. Από πάνω υψώνονται τα κατάφυτα όρη της Ματσούκας, ο Παρυάδρης, η Ζύγανα, το Κουλάνταγ, το Καράκαπαν και το όρος Μελά, όπου το ξακουστό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Ο σύγχρονος δρόμος ακολουθεί το αρχαίο διάβα του Δαφνοπόταμου που δημιουργείται από την ένωση τριών ποταμών που πηγάζουν στα βουνά. Από τα δεκάδες χωριά της Άνω και Κάτω Ματσούκας, που άλλοτε ήταν πολυπληθή, δεν συναντάμε παρά αραιοκατοικημένα χωριά που έχασαν τον παραδοσιακό αρχιτεκτονικό τους χαρακτήρα και τους γηγενείς Ρωμιούς κατοίκους τους.

Μοναστήρι Παναγίας Σουμελά (Sumela Manastırı)

Έχουν γραφτεί αμέτρητες γραμμές για την μονή της Παναγίας Σουμελά (μαρτυρείται ότι ιδρύθηκε τον 4ο αι.) και τον συμβολισμό της για τους ελληνόφωνους Πόντιους αλλά και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά το 1923, όταν δόθηκε άδεια από το τουρκικό κράτος να επιστραφούν οι κρυμμένες εικόνες από τους τελευταίους μοναχούς της μονής στο παραπλήσιο παρεκκλήσι της αγίας Βαρβάρας (18ος αι.) στους εγκατεστημένους στην Ελλάδα Πόντιους. Η μονή φέτος το καλοκαίρι άνοιξε και πάλι για το κοινό ύστερα από πέντε χρόνια σημαντικών εργασιών αποκατάστασης των χώρων και των τοιχογραφιών της μονής και είναι η μόνη αποκατεστημένη μονή της Ματσούκας, καθώς από τις άλλες ξακουστές μονές του αγίου Ιωάννη του Βαζελώνα και του αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα παρέμειναν μερικά θλιβερά ερείπια να θυμίζουν την ύπαρξή τους. Παίρνοντας τον δρόμο που ανηφορίζει προς το όρος Μελά το τοπίο γίνεται όλο και υγρότερο. Η φρεσκάδα του αέρα, η μυρωδιά του έλατου και του χώματος, ο ήχος των πουλιών σε καθοδηγούν προς μια σχεδόν μυστηριακή πορεία προς την ευεξία. Από τα μοναστήρια που έχω δει να κουρνιάζουν σε εσοχές βράχων, αυτό είναι από τα εντυπωσιακότερα. Ο σημερινός επισκέπτης του μοναστηριού της Παναγίας θα δει αποκατεστημένες τις τοιχογραφίες του καθολικού, τον χώρο της βιβλιοθήκης και του διδασκαλείου, της τράπεζας και του μαγειρείου με τους φούρνους, την κινστέρνα, παρεκκλήσια σε εσοχές του βράχου όπου μετά βίας χωράει ένας άνθρωπος σκυφτός, κάποια επιπλέον κελιά μοναχών λαξευμένα στο βράχο, ενώ ο εντυπωσιακός ξενώνας των εβδομήντα δύο δωματίων, που δίνει την όψη κάστρου στη μονή, αναμένεται να ανοίξει προσεχώς. Αξίζει να σταθεί κανείς προσεκτικά στις εξωτερικές και εσωτερικές τοιχογραφίες του καθολικού της μονής όχι μόνο για την καλλιτεχνική τους αξία αλλά και για έναν άλλο λόγο. Αν και εκ πρώτης όψεως μοιάζουν απολύτως βανδαλισμένες και μουτζουρωμένες, με μια κοντινή ματιά διαπιστώνονται αμέτρητες ενθυμήσεις ανθρώπων που βρέθηκαν εδώ ανά τους πρόσφατους αιώνες και θέλησαν να αποτυπώσουν το όνομά τους, την χρονολογία ή και μια ευχή προς την Παναγία· ο καθένας στη γλώσσα του: ποντιακά, ελληνικά, τουρκικά, ρωσικά, γεωργιανά, καραμανλίδικα. Αυτές οι χαραγμένες επιγραφές αποτελούν πια αναπόσπαστο κομμάτι του μνημείου, της μνήμης και της οικουμενικότητάς του. Ανεβαίνοντας δεξιά στα κελιά πάνω από το καθολικό της μόνης διακρίνονται οι παλαιότερες σωζόμενες τοιχογραφίες της βυζαντινής περιόδου όπου απεικονίζονται ο άγιος Γεώργιος και ο άγιος Δημήτριος έφιπποι να σκοτώνουν τον δράκοντα.

Χαμσίκιοϊ (Hamsiköy)

Για να βγούμε στο όρος Ζύγανα πήραμε τον δρόμο για το Χαμσίκιοϊ, χωριό στα 1.300 μ. υψόμετρο. Όσο πιάνει το μάτι, εκτείνεται μια πρασινάδα πέρα ως πέρα που γαληνεύει το βλέμμα και ξεκουράζει την ψυχή. Κοπάδια να βόσκουν, χωρικοί να ψήνουν το τσάι τους στη λιακάδα. Το χωριό φημίζεται για το ρυζόγαλο (sütlaç) και τα κρέατά του. Σταματήσαμε μπροστά σε δύο ξύλινους ξενώνες που έχουν πια εγκαταλειφθεί. Απέναντι ένας καφενές που σεβίρει ρυζόγαλο μας τράβηξε την προσοχή, μα πρώτα σπεύδουμε στο κρέας. Φάγαμε κεφτέδες από αρνίσιο κρέας με θέα τα παρχάρια του χωριού και καταλήξαμε στον καφενέ για ρυζόγαλο σε πύλινο δοχείο που φτιάχνουν τρεις αδερφές σε μεγάλα καζάνια. Εντύπωση μας έκανε η παρείσφρυση αραβικού τουρισμού (ήδη από την άφιξή μας στην Τραπεζούντα) στον Πόντο. Έτσι και στο Χαμσίκιοϊ θα βρει κανείς και αραβικές επιγραφές στα μαγεριά και αλλού.

Πριν βγούμε στην Αργυρούπολη όπου διαμείναμε δύο μέρες, μέσα από σύγχρονα τούνελ που διασχίζουν τις νότιες οροσειρές της Τραπεζούντας, συνεχίσαμε για την καρδιά των Ποντικών Άλπεων, το όρος Ζύγανα που αγγίζει τα 3000 μ. υψόμετρο. Η φύση εδώ πλανεύτρα, να μη χορταίνουν οι αισθήσεις τόση ομορφιά. Η ψύχρα έντονη κάτω από τον ήλιο, παρχάρια να απλώνονται κι ελατοδάση πανύψηλα, τα πνευμόνια πάλλονται από τόση ανάταση. Η θέα των διαδοχικών πλαγιών των Άλπεων που καταλήγουν στην Λίμνη δίνουν την αίσθηση ότι είμαστε στην ψηλότερη άκρη του κόσμου. Ο περιηγητής πόλεων στέκεται αμήχανος στην απεραντοσύνη, μαθημένος καθώς είναι στις δομές του ανθρώπινου σχεδιασμού. Εδώ όμως πρέπει το βλέμμα να πάρει άλλη τροπή, πρέπει να μάθει να αφήνεται στις γραμμές των βουνών, στη γενναιοδωρία του ανέμου και στην αγκαλιά τ’ ουρανού.

Ο περιηγητής, ωστόσο, δεν υποπτεύεται ότι πέρα από τα όρη αυτά προς την Αργυρούπολη και την γεωγραφική περιοχή της Χαλδίας το τοπίο αλλάζει τόσο απότομα που προκαλείται μέσα του η αίσθηση μιας ακόμη συναρπαστικής αντίφασης της μικρασιατικής ενδοχώρας.

Αργυρούπολη (Gümüşhane)

Η σύγχρονη Αργυρούπολη, στην τρόπον τινά πεδιάδα που βρίσκεται στους πρόποδες της παλαιάς πόλης, είναι ένα σύγχρονο αστικό τέρας. Η εξάπλωση της πόλης στις μέρες μας γίνεται με συντονισμένη δημιουργία οικοδομικών τετραγώνων που αποτελούνται από ψηλές πανομοιότυπες πολυκατοικίες επάνω στους λόφους γύρω από τον ποταμό Κάνη ή Χαρσιώτη (Harşit). Το ξερό, βραχώδες τοπίο της Αργυρούπολης, που έρχεται σε αντίθεση με το κατάφυτο τοπίο της Τραπεζούντας, σε συνδυασμό με την ανέγερση τόσων πολλών και άχαρων πολυκατοικιών μου προκάλεσε δυσφορία. Το ιστορικό κέντρο της σύγχρονης Αργυρούπολης που άρχισε να διογκώνεται μετά την ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας διατηρεί κάποια προπολεμικά αρχοντικά σπίτια με αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον και αξίζει μία μικρή στάση στη γέφυρα του ποταμού Χαρσιώτη με τα εμφανή τέσσερα στρώματα ιστορίας: το ρωμαϊκό, το βυζαντινό, το οθωμανικό και το σύγχρονο τουρκικό.

Παλιά Αργυρούπολη (Eski Gümüşhane)

Τρία χιλιόμετρα απέχει η παλιά Αργυρούπολη από την νέα και όμως ο περιηγητής βιώνει μια εντελώς διαφορετική εμπειρία. Λιγοστοί άνθρωποι ζουν σήμερα στην παλιά Αργυρούπολη. Η πόλη δημιουργήθηκε περί τα μέσα του 16ου αιώνα από κατοίκους της ευρύτερης περιοχής της Χαλδίας που μετανάστευσαν όταν αποκαλύφθηκαν τα κοιτάσματα αργύρου στα γύρω βουνά. Γρήγορα εξελίχθηκε σε σημαντική πόλη που έχαιρε προνομίων από τους σουλτάνους, στους οποίους ανήκαν τυπικά τα μεταλλεία αργύρου. Τα έργα αργυροχοΐας των τεχνιτών της Αργυρούπολης υπήρξαν φημισμένα σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όταν τον 19ο αιώνα τα κοιτάσματα αργύρου εξαντλήθηκαν, άρχισε η σταδιακή παρακμή της (ακμή θεωρείται η περίοδος 1680-1780), αλλά υπήρξε πολυπληθής πόλη στην οποία κατοικούσαν Ρωμιοί, Αρμένιοι, και Τούρκοι.

Σουλεϊμάνιγιέ (Süleymaniye)

Από τις έξι ορθόδοξες ενορίες, την μία αρμενική και τους πέντε τουρκικούς μαχαλάδες με ισάριθμα τζαμιά, έχουν μείνει ελάχιστα ερείπια. Η πρώτη μας στάση ήταν ένα δημοτικό καφενείο που λειτουργούσε ως το δημοτικό σχολείο κατά τον 20ό αιώνα. Είναι από τα λίγα αναπαλαιωμένα κτίρια της παλιάς πόλης ενώ σώζονται λίγα σπίτια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής σε κακή κατάσταση. Πίσω από το σχολείο είναι η αυλή του τζαμιού του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς που χτίστηκε την περίοδο 1520-1566 και το παλιό μουσουλμανικό νεκροταφείο. Στον κήπο μπροστά στο τζαμί υπάρχει μια όμορφη εντοιχισμένη κρήνη. Το μέγεθος του τζαμιού εντυπωσιάζει και επιβεβαιώνει την αλλοτινή δύναμη της Αργυρούπολης. Το Σουλεϊμάνιγιέ είναι φροντισμένο (έτυχε έργων αποκατάστασης το 1899 και το 2004) και από εκεί φαίνονται απέναντι τα παλιά μεταλλεία αργύρου στις άγριες κορυφές των βουνών. Πάνω από το βουνό κι ανάμεσα στα παλιά μεταλλεία αργύρου περνούσε ο δρόμος του μεταξιού. Εδώ βρισκόμαστε σε υψόμετρο 1.500 μέτρων και στο βάθος μπορούμε να δούμε μέρος της σύγχρονης πόλης.

Χαμάμ (Hamam)

Πήραμε την ανηφόρα πίσω από το Σουλεϊμάνιγιέ και άρχισα να παρατηρώ τα ερείπια από τα πέτρινα ισόγεια των παλιών σπιτιών. Αυτό που αντικρύζουμε σήμερα είναι δυστυχώς μια αποψιλωμένη εκδοχή της παλιάς Αργυρούπολης που μόνο συγκρίνοντας φωτογραφίες του 1900 με το σήμερα μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθος της τεράστιας αλλαγής. Λίγο πιο πάνω σε μια στροφή βρίσκονται τα ερείπια ενός οθωμανικού λουτρού (χαμάμ). Αν και ο προθάλαμος του λουτρού είναι μισογκρεμισμένος και δίχως τρούλο, το πίσω μέρος διατηρεί ακόμα τους τρούλους αν και στο σύνολό του το κτίσμα είναι σε πολύ κακή κατάσταση. Καμία πληροφορία δεν έχω για αυτό το χαμάμ, αλλά λόγω εγγύτητας με το τζαμί του Σουλεϊμάν υποθέτω ότι θα πρέπει να χτίστηκε την ίδια περίοδο. Μπήκαμε σε κάθε χώρο του λουτρού που είναι προσβάσιμος, όπου παρατήρησα ίχνη νωπογραφιών—σίγουρα οι αρχαιολόγοι θα μπορούσαν να διασώσουν ό,τι βλέπουμε σήμερα. Ανηφορίσαμε κι άλλο ανάμεσα σε ερείπια παλιών σπιτιών που καταλάμβαναν ολόκληρη την πλαγιά μα σήμερα είναι ελάχιστα όσα στέκουν και κατοικούνται. Τριγύρω υπάρχουν μηλιές από τις οποίες κρέμονται τεράστια μήλα, κορομηλιές και ροδιές.

Παλιό τζαμί (Eski cami)

Το παλαιότερο τζαμί της πόλης βρίσκεται εδώ σε αυτή την άκρη της πόλης. Το μικρό τζαμί, φτιαγμένο από ντόπια πέτρα, εξυπηρετεί τους λιγοστούς κατοίκους που ζουν σε αυτόν τον μαχαλά και είναι ανοιχτό. Το εσωτερικό του είναι γυμνό, δεν υπάρχει ούτε μινμπέρ (άμβωνας) και το χαλί καλύπτει μόνο τον χώρο μπροστά στο μιχράμπ (ιερό). Το μιχράμπ έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: είναι από ντόπια πρασινωπή πέτρα και έχει ανάγλυφες διακοσμήσεις. Λέγεται ότι οι διακοσμήσεις αυτές είναι επηρεασμένες όχι μόνο από ισλαμικά μοτίβα αλλά και χριστιανικά της Ανατολίας (αρμενικά). Συνεχίσαμε μέσα στον μαχαλά, περνώντας από δύσβατα χωμάτινα σοκάκια ανάμεσα σε παλιά σπίτια που κατοικούνται. Εδώ και εκεί βλέπαμε διάφορα ενδιαφέροντα ερείπια, όπως κομμάτια από εισόδους σπιτιών με σκαλιστά μοτίβα, ξύλινες πόρτες με παλιούς μεντεσέδες και κλειδαριές. Από τα υπόλοιπα τζαμιά της Αργυρούπολης σώζονται μόνο οι μιναρέδες.

Άγιος Γεώργιος (Agios Georgios Kilisesi)

Από εκεί περάσαμε προς την συνοικία του αγίου Γεωργίου, όπου βρίσκονταν τα βασικότερα κτίρια της ρωμαίικης κοινότητας της Αργυρούπολης. Στον δρόμο συναντήσαμε μια γυναίκα που βαστούσε ένα κοφίνι γεμάτο πράσινα κορόμηλα και μας φίλεψε για τον δρόμο. Πήραμε μια μεγάλη ανηφόρα που μας έβγαλε τελικά στον μεγάλο μητροπολιτικό ναό του αγίου Γεωργίου, από την συνοικία του οποίου απομένουν κυριολεκτικά ελάχιστα ερείπια. Ο ναός είναι αρκετά μεγάλος και το εσωτερικό του θα πρέπει να ήταν πλούσιο σε αγιογραφίες. Η σκεπή του ναού δεν υπάρχει και μέρος του δεξιού τοίχου με μέρος της πρόσοψης έχουν πέσει, ενώ έχουν καταστραφεί και οι κολώνες του ναού από τις οποίες σώζονται μόνο κάποιες βάσεις και δύο σκαλοπάτια στην κεντρική είσοδο. Σε σημεία του ιερού και σε κάποιες κόγχες που διασώζονται οι σοβάδες είναι ορατά ίχνη του ζωγραφικού διακόσμου. Σε έναν τοίχο σώζονται κατά το κάτω ήμισυ οι αγιογραφίες δύο αγίων—ξεχωρίζουν οι χιτώνες και τα πόδια τους. Από κάτω μέσα σε κύκλους υπάρχουν ίχνη άλλων αγίων που θα μπορούσαν να είναι κάποιοι από τους δώδεκα αποστόλους ή προφήτες. Ακριβώς απέναντι από τον ναό στέκουν τα ερείπια ενός τρίπατου κτίσματος που μάλλον ήταν η κατοικία του εκάστοτε μητροπολίτη ενώ πίσω από αυτό το κτίσμα, όπου προφανώς συνεχιζόταν η συνοικία, δεν σώζονται παρά σωροί από πέτρες.

Φροντιστήριο Αργυρούπολης (Rum Okulu)

Λίγα μέτρα πιο πάνω ορθώνεται το ερείπιο του περίφημου Φροντιστηρίου, δηλαδή του αρρεναγωγείου της Αργυρούπολης, που ίδρυσε ο μητροπολίτης Χαλδίας Ιγνάτιος Σκρίβας το 1723 και για το οποίο συνέδραμαν όλες οι ορθόδοξες ενορίες της πόλης (του αγ. Γεωργίου, του Τιμίου Σταυρού, των αγ. Θεοδώρων, της Παναγίας και του αγ. Ιωάννη). Το κτίριο και το σύστημα εκπαίδευσης λέγεται ότι αναδιαμορφώθηκαν την περίοδο 1875-1879 και τότε δημιουργήθηκε και εξατάξιο παρθεναγωγείο το οποίο σώζεται και χρησιμοποιείται ως κατοικία. Μέρος της σημαντικής σε όγκο και περιεχόμενο βιβλιοθήκης του σχολείου μεταφέρθηκε στην Νάουσα ενώ πίσω από το σχολείο σώζεται ένα σπίτι που μάλλον ήταν του Αργυρουπολίτη Γεωργίου Κανδηλάπτη λογίου και δασκάλου του Φροντιστηρίου. Εμείς έχουμε την τύχη να ταξιδεύουμε στην Αργυρούπολη με τον Τούρκο αρχιτέκτονα που πολύ πρόσφατα ανέλαβε την αναπαλαίωση του Φροντιστηρίου, με καταγωγή από μουσουλμανική οικογένεια της Αργυρούπολης, και είμαστε οι πρώτοι που είδαμε τις εργασίες που γίνονται στο εσωτερικό του. Θα γίνει μια εκ βάθρων αναπαλαίωση του κτιρίου: θα αποκαλυφθούν τα θεμέλια και οι υπόγειοι χώροι του σχολείου, θα φτιαχτούν εκ νέου τα πατώματα και ο όροφος, τα παράθυρα και η στέγη που έχει καταστραφεί. Στόχος είναι να ανοίξει τις πόρτες του ως χώρος πολιτισμού, ένα φιλόδοξο σχέδιο καθώς η εγκαταλελειμμένη παλιά Αργυρούπολη δεν φαίνεται να τραβά το ενδιαφέρον κανενός. Η σημερινή εικόνα του εσωτερικού του είναι αποκαρδιωτική, ωστόσο η θέα των εργατών που δουλεύουν δίνει μια νότα αισιοδοξίας για το μέλλον αυτού του μνημείου.

Οι συνοικίες της Παναγίας και του Τιμίου Σταυρού

Συνεχίσαμε την διαδρομή προς το εσωτερικό του βουνού που αγκαλιάζει την Αργυρούπολη, απ’ όπου πηγάζει και το ρέμα της πόλης που χύνεται στον Χαρσιώτη ποταμό. Κάτω από το Φροντιστήριο σώζεται το παρθεναγωγείο. Σε μια βρύση υπάρχει ένα πλάτωμα στο οποίο βρέθηκαν τα ερείπια της Παναγίας ενώ από τον οικισμό δεν βρήκαμε ίχνη, παρεκτός κάποια σπίτια κατοικημένα με μικρά οικογενειακά νεκροταφεία γύρω τους. Γέμιζα τις χούφτες μου με νόστιμα κορόμηλα κάθε διακόσια μέτρα. Βγήκαμε στον κατήφορο που οδηγεί προς τους αγ. Θεοδώρους και την συνοικία του Τιμίου Σταυρού. Εδώ σώζονται, ανάμεσα σε πολλά γκρεμισμένα, κάμποσα σπίτια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Μπήκαμε σε ένα από αυτά του 19ου αιώνα και ήταν πραγματικά μια ξεχωριστή εμπειρία που μας έδωσε την εικόνα της καθημερινότητας και των αναγκών των ανθρώπων που ζούσαν εδώ μέχρι πριν εκατό χρόνια. Στον κεντρικό χωματόδρομο κοντά σε ένα κατεστραμμένο τζαμί, του οποίου σώζεται μόνο ο μιναρές, βρίσκεται το ερείπιο ενός άλλου χαμάμ που εν μέρει χρησιμοποιείται ως στάβλος. Λίγο πιο πέρα, η μισογκρεμισμένη εκκλησία του Τιμίου Σταυρού στέκει ακόμα παρά το γεγονός ότι στο εσωτερικό του έχει φυτρώσει μια ζούγκλα καθιστώντας αδύνατη για εμάς την είσοδο.

Η αρμενική συνοικία

Πήραμε πάλι τον δρόμο προς το Σουλεϊμάνιγιέ αλλά αυτή την φορά στρίψαμε αριστερά προς τα ερείπια της μεγάλης αρμενικής εκκλησίας. Κάτω από την εκκλησία σε ολόκληρη την πλαγιά εκτεινόταν η αρμενική συνοικία. Σήμερα δεν υπάρχει ούτε ίχνος πέτρας από οποιοδήποτε αρμενικό σπίτι. Η απάντηση στο ερώτημα τι συνέβη σε όλα τα χαμένα σπίτια, τα τζαμιά και τις εκκλησίες της Αργυρούπολης ήταν απλή: το οικοδομικό τους υλικό χρησιμοποιήθηκε μετά το 1922 για να κτιστούν κτίρια στην νέα Αργυρούπολη αφού η παλιά ερήμωσε. Μιας και η αρμενική συνοικία βρίσκεται ουσιαστικά στην είσοδο της παλιάς πόλης—και άρα η πρόσβαση σε αυτήν ήταν ευκολότερη—κυριολεκτικά αφανίστηκε. Η εκκλησία που διασώζεται δείχνει τον πλούτο της ντόπιας αρμενικής κοινότητας, το μέγεθός της είναι εντυπωσιακό. Δυστυχώς δεν προβλέπεται καμία μέριμνα για όλα αυτά τα μνημεία που περιμένουν πια την χαριστική βολή του χρόνου για να εξαφανιστούν.

Αρμενικό μοναστήρι (Vank Kilisesi)

Βγαίνοντας από την Αργυρούπολη από την πλευρά του αρμενικού μαχαλά, στα αριστερά εκτεινόταν η εξαφανισμένη σήμερα συνοικία του αγ. Ιωάννη με τα ερείπιά του να στέκουν σε μια εσοχή του βράχου στο βάθος, όπου και τα όρια της πόλης. Μετά από 6 χιλιόμετρα σώζονται τα ερείπια ενός μεγάλου μοναστηριακού συγκροτήματος της αρμενικής κοινότητας που τις τελευταίες δεκαετίες τα χρησιμοποιούσε μια μουσουλμανική οικογένεια που διαμένει δίπλα. Η εκκλησία Βανκ όπως το αποκαλούν οι Τούρκοι (Vank Kilisesi)—βανκ στα αρμενικά, ωστόσο, σημαίνει απλώς εκκλησία, μοναστήρι—δεν μου είναι γνωστό σε ποιον άγιο είναι αφιερωμένη. Το συγκρότημα περιλαμβάνει αρκετά κτίσματα (τα κελιά των μοναχών, την τράπεζα με το μαγειρείο και βοηθητικούς χώρους) που κάποια εξ αυτών σώζονται σε καλή κατάσταση ενώ άλλα σε ερειπιώδη. Το καθολικό της μονής είναι μια ευρύχωρη τρίκλιτη βασιλική. Η οροφή έχει καταρρεύσει και το εσωτερικό της εκκλησίας είναι γεμάτο αγριόχορτα, σπασμένες κολώνες, πέτρες και κεραμίδια. Ο γυναικωνίτης, που έχει χωριστή είσοδο από τα δεξιά με εξωτερική σκάλα, δεν υφίσταται πια. Στους τοίχους υπάρχουν ίχνη από νωπογραφίες και φυτικές διακοσμήσεις και στις κόγχες των τοίχων διακρίνεται ανάγλυφος σταυρός στο κέντρο. Η είσοδος επίσης φέρει ανάγλυφα φυτικά μοτίβα. Το σημείο του μοναστηριού αν και δεν είναι μακριά από την Αργυρούπολη, βρίσκεται σε απότομη τοποθεσία, καθώς πίσω από το ιερό του ναού υπάρχει γκρεμός.

Μοιραστείτε αυτή την περιήγηση